παροτρύνονται

παροτρύνονται
παροτρύ̱νονται , παροτρύνω
pres ind mp 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • παροτρύνω — παρότρυνα, παροτρύνθηκα, προτρέπω, παρακινώ, ενθαρρύνω: Συχνά πρέπει να παροτρύνονται οι αναποφάσιστοι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”